- ἱπποτραγέλαφος
- ἱππο-τρᾰγέλᾰφος, ὁ,A horse-goat-stag, a fabulous monster: used of a cup made to represent it, Philem.87.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ιπποτραγέλαφος — ο (Α ἱπποτραγέλαφος) φανταστικό ζώο που αποτελείται από ίππο, τράγο και ελάφι. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἱππ(ο) * + τραγ έλαφος (< τράγος + ἔλαφος)] … Dictionary of Greek
ἱπποτραγέλαφοι — ἱπποτραγέλαφος horse goat stag masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ελάφι — Αρτιοδάκτυλο μηρυκαστικό της οικογένειας των ελαφιδών, η οποία υποδιαιρείται σε τέσσερις υποοικογένειες: μοσχίνες, μουντιακίνες, οδοντοκοιλίνες και ελαφίνες. Η τελευταία περιλαμβάνει τα πραγματικά και χαρακτηριστικά ελάφια και τη δάμα. Τα ε.… … Dictionary of Greek